Χωρίς Βαρύτητα!

ΤΟ " nο Gravity Zone" αποτελεί το παιδί του ιστότοπου γνωστού ως "ενάντια στην επιπεδούπολη" (antidras.blogspot.gr). Με ορμητήριο αυτό το χώρο, ανοίγουμε τα φτερά μας για πτήσεις προς θαυμαστούς, παράξενους, φιλόξενους κι αφιλόξενους, μα σίγουρα θαυμαστούς ορίζοντες. Μακρινούς ή κοντινούς, "εσωτερικούς" κι εξωτερικούς. Μεταφέρουμε εδώ κι επιλεγμένα κείμενα, δικά μας κι όχι μόνο, από το παλιό μπλογκ. Το "παλιό μας σπίτι" θα συνεχίζει να μας φιλοξενεί και αυτό και να αποτελεί σημείο αναφοράς και για καινούργιες εδώ αναρτήσεις μας.
Η
υπέρβαση των ανθρώπινων όντων προς ανώτερα (κι άρα ποιοτικότερα) επίπεδα ύπαρξης αποτελεί, όπως το βλέπουμε εμείς, αποτέλεσμα των ιδιοτήτων εκείνων που συνιστούν το μεγαλείο του ανθρώπου: Απλότητα, Ανεξαρτησία Αντίληψης, Αμφισβήτηση των συλλογικά αποδεκτών καταστάσεων και παραστάσεων, Περιέργεια, Φαντασία, Εκστατική διαίσθηση, Εκστατικός Θαυμασμός. Κι εμείς σκοπεύουμε στο νέο εγχείρημά μας να αδράξουμε κι αυτές τις ποιότητες που διαμορφώνουν κι ανάλογες διαδρομές κι αφηγούνται ιστορίες για "περιοχές μυθικές ή απαγορευμένες" .
(Ποιοι άραγε ορίζουν τι είναι μύθος ή απαγορευμένο ή απρόσιτο για τις μάζες και πόσοι ακόμη κι αυτοαποκαλούμενοι ή θεωρούμενοι ως "επαναστάτες" ενστερνίζονται αυτές τις οδηγίες;)
Κάτι μέσα μας μάς τρώει να αιωρηθούμε πάνω απ'όλη την ακαμψία και στατικότητα και πάνω απ'όλες τις παρανοήσεις του κόσμου, χαράσσοντας ρότα για τη λεωφόρο των...άστρων! Κάνοντας και μια απαραίτητη στάση στο "Μπαράκι στην Άκρη του Γαλαξία", ωθούμενοι από μια αρχέγονη μέθη, για να γευτούμε παράξενα ελιξίρια, μεθυστικά κοκτέηλ αστρικής σκόνης, κοσμικής ακτινοβολίας και φλεγόμενα υπολείμματα αστρικών (κι όχι μόνο) συστημάτων, με παγάκια από την ουρά αλητήριων αστεροειδών.
Και για να καταφέρουμε αυτά κι ακόμη περισσότερα, πρέπει να αφήσουμε τη...βαρύτητα πίσω μας. Χωρίς να ξεχάσουμε να πατάμε και γερά στο έδαφος!

Bρίσκεστε σε "no Gravity Zone" λοιπόν! Γιατί είμαστε ονειροπόλοι και με αιτία:

ΟΝΕΙΡΟΠΟΛΟΙ (του ανιχνευτή)


Ονειροπόλος είναι αυτός που μπορεί να βρει τον δρόμο του μόνο στο φως του φεγγαριού. Τιμωρία του είναι ότι βλέπει το ξημέρωμα πριν τον υπόλοιπο κόσμο. - ΟΣΚΑΡ ΟΥΑΪΛΝΤ

Αυτή είναι και η κατάρα του! Η πιο γλυκιά και πικρή συνάμα, η πιο αποκηρυγμένη και γι'αυτό ανεκτίμητης αξίας, η πιο επικίνδυνη και γι'αυτό άξια μόνο για όσους αντέχουν να τη βαστάξουν, η πιο μαγική και συνάμα απαιτητική, η πιο δύσκολη να περιγραφεί με τη συνηθισμένη μορφή ανθρώπινης έκφρασης, κατάρα του κόσμου ετούτου.
Αλλά τι θα'τανε ο κόσμος χωρίς τους "καταραμένους" του; Αν όχι καταδικασμένος, από πολύ παλιά, σε έλλειψη οξυγόνου και σε πλήρη μαρασμό;

Ονειροπόλοι είναι αυτοί που, με τις (μυστηριώδεις για την κοινή λογική) ενοράσεις και τα όνειρά τους και τη διάθεσή τους να γυρέψουν την εκπλήρωσή τους, επιτρέπουν ακόμα στη γη να γυρνάει!
Oνειροπόλοι είναι αυτοί που βλέπουν όσα οι πιο πολλοί αδυνατούν ή αρνούνται να δουν, γιατί δεν μπορούν να εγκαταλείψουν τη βολή του δοσμένου, καθιερωμένου πλαισίου. Αυτοί που ανακαλύπτουν τις εικόνες πίσω από τις εικόνες ή ανοίγουν το δρόμο προς νέους κόσμους εκεί όπου οι παλιοί αργοπεθαίνουν και σβήνουν.
Αλλά αυτό έχει πάντα τίμημα και τις περισσότερες φορές πολύ σκληρό.
Ονειροπόλοι είναι κι αυτοί που συχνά οδηγούνται στο γλυκόπικρο καταφύγιο της μοναξιάς και στην τρέλα που επίσης συχνά συνοδεύει την "ιερή μέθη" τους. Αυτοί που, διόλου σπάνια, συντρίβονται κάτω από όλη την κακότητα, τη μικροψυχία και το φθόνο που ξεχειλίζει στον κόσμο.
Αλλά και αυτοί οι οποίοι σαν τους τρελούς αλήτες που σέρνονται από μια πλανεύτρα εσωτερική μούσα: "ποθούν τα πάντα ταυτόχρονα, αυτοί που ποτέ δε χασμουριούνται ή λένε έστω και μία κοινοτοπία, αλλά που καίγονται σαν τα μυθικά κίτρινα ρωμαϊκά κεριά, που σκάνε σαν πυροτεχνήματα ανάμεσα στα αστέρια κι από μέσα τους ξεπηδά το μπλε φως της καρδιάς τους, κι όσοι τους βλέπουν κάνουν: Αααα!!!! με θαυμασμό' (να θυμηθούμε και τον Τζακ Κέρουακ στο βιβλίο του "on the road")

Και αυτό που κάνει τη διαφορά είναι ότι... " ο ταξιδιώτης παίρνει μονάχα ένα δρόμο. Ο ονειροπόλος τους παίρνει όλους. "(Julos Beaucarne)

Σάββατο 23 Αυγούστου 2014

Σαν σε όνειρο: μία εκούσια ανακωχή


Δεν θυμάμαι πώς-γιατί-πότε βρέθηκα εκεί. Δεν έχει ίσως σημασία. Σημασία έχει ότι ήμουν εκεί. Παρατηρητής και συμμέτοχος.

Αχνοφώτιστη αίθουσα δικαστηρίου. Σε μια δίκη που είχε ίσως ξεκινήσει από τις απαρχές των γήινων πραγμάτων. Όμως πλέον οι δικαστές, οι φύλακες, οι δικηγόροι υπεράσπισης και οι κατήγοροι, κατηγορούμενοι, θύματα και κοινό είχαν απωλέσει τη σημασία των ορισμών. Και το θέμα που έχρηζε δίκης. Και είχαν όλοι συνειδητά συναινέσει στην ετυμηγορία μιας νηφάλιας ουδετερότητας. Και μίας στοχαστικής ανακωχής. Που φαινόταν σαν κάτι να γύρευε. Σα να'χε ανάγκη κάτι αιρετικό, κάτι λησμονημένο. Το οποίο απ'τη φύση του κινούνταν δονητικά, επικαλυπτικά και συμπληρωματικά. Που έτεινε κι επεκτεινόταν έως τις χώρες του Αγνώστου και μέσα σε αυτές και πέρα κι από αυτές. Κι αυτός ήτανε λόγος για την αποκήρυξή του συχνά και την επένδυσή του με φόβο. Φόβο του Αγνώστου.

Στο κέντρο της αίθουσας πήρε θέση ο μακρυμάλλης και γεμάτος σημάδια στο ημίγυμνο σώμα και ίσως ένας από τους κατηγορούμενους, μα τώρα με άνεση και ηρεμία σεβάσμιου δασκάλου. Κι άρχισε να ψέλνει κάτι σαν μια ακατάληπτη -τουλάχιστον για μένα- αφήγηση, που όμως όλοι φαίνονταν να απορροφούν έως τα κύτταρά τους. Κρατώντας με τα δάχτυλα των ποδιών του το ρυθμό σ'ένα ταμπούρλο. Μια και του έλειπαν και τα δυο χέρια, αυτό όμως δεν έμοιαζε να τον εμποδίζει και να τον ενοχλεί καθόλου. Και μια μικρούλα, που έμοιαζε με πριγκίπισσα των λουλουδιών, άρχισε να στροβιλίζει με το ουράνιο τραγούδι της τις στρεβλές αισθήσεις και να σκορπίζει μακριά όλες τις κορεσμένες και χαοτικές πληροφορίες.

Παντού αυτή η πλανεύτρα γοητευτική μελαγχολία στην αρχή, που ψέκαζε όμως με γλυκιά λήθη τον πόνο. Tον πόνο όλων των όντων. Για να μετουσιωθεί σιγά σιγά και τελείως φυσικά σε Έκσταση!

Και μετά το ξάφνιασμα της πρώτης ταραχής, έμεινα να κοιτώ σαν σε όνειρο πετρωμένος τον Βράχμα..να κοιμάται αιωρούμενος πάνω απ'τα κεφάλια μας, μ'ένα παράξενο μειδίασμα. Ένα συμφιλιωτικό μειδίασμα σκέφτηκα, καθώς αντίκρισα ακριβώς από κάτω του τον Βισνού το διατηρητή και τον Σίβα, τον μετασχηματιστή. Πότε μεταξύ τους έντονα να λογομαχούν και πότε, αγκαλιασμένοι σαν αδελφοποιτοί, για το άπειρο εφήμερο των κόσμων να λογομαχούν.

Κι εγώ έγειρα δακρυσμένος στα γόνατα, ικετεύοντας για λίγη διάρκεια ακόμη. Επρόκειτο για ονειρική; Αλλά πότε ονειρευόμαστε και πότε είμαστε στ'αλήθεια ξύπνιοι;
Η φωνή μες στο κεφάλι μου ηχούσε αυστηρά. Γιατί όφειλα να επιστρέψω και πάλι στης άλλης πλευράς τις σκιές. Και να συνεχίσω την περιπλάνησή μου. Αλλά με μόνη μου πραγματική ιδιοκτησία δύο μόνο αποσκευές:
 Τη συμπόνια και το δέος!


Ο Ένοικος...



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου