του Έρικ Σμυρναίου
(Μπορείτε να παρακολουθήσετε το τρέηλερ της ταινίας εδώ:
http://www.youtube.com/watch?v=fkHrQ30oT9o)
Το Θεώρημα Μηδέν (The Zero Theorem) είναι μια ταινία επιστημονικής φαντασίας που γυρίστηκε το έτος 2013 με σκηνοθέτη το γνωστό Terry Gilliam.
Η ταινία ξεκινάει με το πλάνο μιας κοσμικής δίνης που περιστρέφεται στο
χάος και καταπίνει τα πάντα. Στα όρια της καταστροφικής εκείνης
περιδίνησης αιωρείται ένας γυμνός άνδρας που παρασύρεται από την
καταστροφική έλξη του τρομερού στροβιλισμού, αλλά την τελευταία στιγμή
ξυπνάει κι επιστρέφει στον κόσμο της πραγματικότητας. Αλλά ποια
πραγματικότητα είναι αυτή;
Βρισκόμαστε
στο ψυχεδελικό Λονδίνο ενός κοντινού μέλλοντος που έχει παραδοθεί
χειροπόδαρα στη λαίλαπα των διαφημίσεων και του επιθετικού μάρκετινγκ. Ο
ήρωας της ταινίας, ο αντικοινωνικός και ιδιοφυής προγραμματιστής Qohen
Leth, ζει μόνος σε μια εγκαταλειμμένη εκκλησία η οποία καταστράφηκε από
μια πυρκαγιά όταν ο ιερέας που την φρόντιζε, εξαιτίας του όρκου σιωπής
που είχε δώσει, δεν κατάφερε να καλέσει εγκαίρως την πυροσβεστική
υπηρεσία. Υποφέρει από βαθύτατες υπαρξιακές αγωνίες και νομίζει ότι
αργοπεθαίνει. Περνάει τη ζωή του μόνος, προστατευμένος μέσα στην έρημη
εκκλησία του, δουλεύοντας για μια εταιρία που ονομάζεται Mancom και
αναφέρεται στον εαυτό του στο πρώτο πληθυντικό πρόσωπο. Περιμένει κάποιο
τηλεφωνικό μήνυμα που θα του προσφέρει όλες τις απαντήσεις που
αναζητάει, και όταν ζητάει να εξεταστεί από τους γιατρούς της εταιρίας
του, ναι μεν μαθαίνει ότι βιολογικά είναι απόλυτα υγιής, αλλά
παραπέμπεται στις φροντίδες μιας τεχνητής νοημοσύνης που προσπαθεί να
εξακριβώσει την διανοητική του κατάσταση. Ο Γενικός Διευθυντής της
Mancom τον γνωρίζει σ’ ένα πάρτι, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι
εντελώς παρανοϊκός και του αναθέτει ένα μεγαλεπήβολο εγχείρημα: Να
κατασκευάσει ένα πρόγραμμα που θα προσφέρει την τελική απάντηση σε ένα
διαχρονικό ερώτημα: Έχει τελικά η ζωή κάποιο νόημα; Κατά τη διάρκεια των
προσπαθειών του θα μπλεχτεί σε πολύ παράξενες περιπέτειες, θα
αλληλεπιδράσει με κάποιους εντελώς σουρεαλιστικούς χαρακτήρες, θα
γνωρίσει τον έρωτα, θα έρθει σε επαφή με τα βαθύτερα επίπεδα της
πραγματικότητάς του –ίσως και της δικής μας– και θα κάνει κάποιες πολύ
δύσκολες, αλλά αναπόφευκτες, επιλογές.
Πολλοί ισχυρίστηκαν ότι Το Θεώρημα Μηδέν
είναι το τελικό μέρος μιας συνολικής μελλοντολογικής δυστοπίας του
ίδιου σκηνοθέτη που δημιούργησε την ταινία «Μπραζίλ» και τους «12
πιθήκους». Σίγουρα πάντως βρίθει από συμβολισμούς και εικόνες που
αποδίδουν με μεγάλη ακρίβεια το πολιτιστικό τοπίο της εποχής μας, αν και
η πλοκή της εξελίσσεται στο υποθετικό Λονδίνο ενός όχι και τόσο
μακρινού μέλλοντος. Για παράδειγμα, χαρακτηριστική είναι η σκηνή όπου ο
κεντρικός ήρωας της ταινίας κυκλοφορεί στους κοσμοπλημμυρισμένους και
χαοτικούς δρόμους του Λονδίνου ενώ παράλληλα, στους τοίχους των κτιρίων
που προσπερνάει κυλάνε διαφημιστικά μηνύματα που κινούνται με την ίδια
ακριβώς ταχύτητα που περπατάει ο ίδιος, λες και τον καταδιώκουν. Σε
κάποια άλλη σκηνή, κάθεται σ’ ένα παγκάκι, στις παρυφές κάποιου πάρκου,
ενώ πάνω από το κεφάλι του δεσπόζει ένα πελώριο σύμπλεγμα από κομψά
σήματα-ιδεογράμματα που διευκρινίζουν όλες τις δραστηριότητες στις
οποίες απαγορεύεται να επιδοθεί κάποιος επισκέπτης του συγκεκριμένου
πάρκου. Σε προηγούμενη σεκάνς, πηγαίνει σ’ ένα πάρτι που λαμβάνει χώρα
σε κάποιο σκοτεινό σπίτι, όπου τα πρόσωπα όλων των καλεσμένων φωτίζονται
από τις οθόνες των i-pads που χρησιμοποιούν μανιωδώς για να στέλνουν
ασταμάτητα μηνύματα σε φίλους και γνωστούς, χωρίς να επικοινωνούν
καθόλου με τα άτομα που βρίσκονται στον ίδιο χώρο…
Αυτό που χαρακτηρίζει τον κόσμο του Θεωρήματος Μηδέν
είναι η παντελής έλλειψη πνευματικότητας, ενός νοήματος κι ενός
συλλογικού οράματος που να υπερβαίνει τα στενά ατομικιστικά συμφέροντα
των πρωταγωνιστών του και να χρωματίζει με κάποια σημασία το ψυχεδελικό
τους σύμπαν. Ενδεικτική είναι η σκηνή όπου, όταν ο πρωταγωνιστής
ανακαλύπτει ότι η κάθε του κίνηση μέσα στο άντρο του, την εγκαταλειμμένη
εκκλησία, παρακολουθείται από κρυφές κάμερες της εταιρίας του, αρχίζει
και τις καταστρέφει μια-μια και ανακαλύπτει ότι μια από αυτές είναι
τοποθετημένη μέσα σε μια απεικόνιση του εσταυρωμένου χριστού και μάλιστα
μέσα στο κεφάλι του! Στην πραγματικότητα, η πνευματικότητα είναι αυτό
ακριβώς που αποζητάει ο εκκεντρικός και δυστυχισμένος πρωταγωνιστής ο
οποίος, μόνο στο τέλος, όταν τελικά έρχεται αντιμέτωπος με το απόλυτο
κενό που κρύβεται στην καρδιά της εταιρίας που αποτελεί το κέντρο του
προσωπικού του σύμπαντος, αντιλαμβάνεται ότι και αυτός ο ίδιος έχει
διαβρωθεί από τη ρηχότητα του πολιτισμού που τον περιβάλλει: Ενώ
περιμένει παθητικά κάποιο υποθετικό τηλεφώνημα που πιστεύει ότι θα του
δώσει τις απαντήσεις που αναζητάει και αναλώνεται σε περίπλοκες
μαθηματικές ακροβασίες για να ανακαλύψει αν η ζωή έχει νόημα, αφήνει να
τον προσπεράσει ο έρωτας, η φιλία και τελικά η ίδια η ζωή. Στην ουσία με
τις πράξεις του εξωτερικεύει τον ψυχισμό του σύγχρονου δυτικού ανθρώπου
που ζει μια εικονική ζωή καταναλώνοντας παθητικά εικόνες και ήχους,
χρησιμοποιώντας συστήματα ηλεκτρονικής αλληλεπίδρασης, ακόμα και όσον
αφορά το σεξ, και αποφεύγοντας οποιαδήποτε πραγματική επαφή με τους
συνανθρώπους του έχοντας μετατραπεί σε ένα πλάσμα ανασφαλές και άβουλο,
έρμαιο μιας υποβόσκουσας αγοραφοβίας.
Ο πρωταγωνιστής σταδιακά
ανακαλύπτει το πραγματικό πρόσωπο του ψεύτικου κόσμου που τον
περιβάλλει: Ένα υπαρξιακό τίποτα που καραδοκεί πίσω από τις πολύχρωμες
εικόνες των κινούμενων διαφημιστικών εικόνων και των εκκωφαντικών
μηχανημάτων. Αντιλαμβάνεται ότι χειραγωγείται και χρησιμοποιείται ως
εργαλείο από την Εταιρεία με σκοπό την αύξηση της κερδοφορίας της. Η
επανάστασή του είναι καταστροφική αλλά και αποκαλυπτική. Ο ίδιος, όταν
βρίσκεται αντιμέτωπος με την αλήθεια απελευθερώνεται γιατί ατενίζει το
περιστρεφόμενο χάος του εφιάλτη του με ψυχραιμία, εφόσον έχει
διαφοροποιηθεί από αυτό έχοντας αναγνωρίσει την παρουσία του. Έχει
απελευθερωθεί από την ανάγκη για προστασία και από την αγωνία που
ξεσήκωνε μέσα του η αναζήτηση της αλήθειας. Ανακαλύπτει ότι δεν έχει
σημασία το κατά πόσο η ζωή έχει νόημα, αφού μόνο και μόνο το γεγονός ότι
ο ίδιος θέτει το συγκεκριμένο ερώτημα ως έλλογο ον, δίνει νόημα στην
ύπαρξή της. Στο κάτω-κάτω, πώς θα μπορούσε να υπάρχει το σύμπαν χωρίς
κάποια διάνοια που να αναγνωρίζει την παρουσία του;
Στην τελική
σκηνή της ταινίας, ατενίζει την εικονική παραλία όπου συναντιόταν με την
αγαπημένη του μέσα στο ψηφιακό σύμπαν της ερωτικής ιστοσελίδας της.
Όταν την είχε ρωτήσει αν το υπέροχο ηλιοβασίλεμα που αντίκριζαν θα
τελείωνε ποτέ, αν ο ήλιος θα έδυε κάποια στιγμή πίσω από τον ορίζοντα,
εκείνη του είχε απαντήσει ότι κάτι τέτοιο δεν θα συνέβαινε ποτέ γιατί
δεν προβλεπόταν από το πρόγραμμα της ιστοσελίδας. Τώρα όμως, με μια απλή
εντολή του ο ήλιος δύει γιατί, έχοντας απελευθερωθεί από το φόβο και
την ανάγκη, έχει μετατραπεί στον κυρίαρχο του κόσμου του. Για πρώτη φορά
μπορεί να καθορίσει το πεπρωμένο του και να απελευθερωθεί από αυτό. Ως
τελική νότα αισιοδοξίας, η οποία ηχεί καθώς οι τίτλοι της ταινίας
παρελαύνουν στην οθόνη, ακούμε τη φωνή της κοπέλας που τον είχε αγαπήσει
να τον καλεί μέσα στο σκοτάδι, πράγμα που σημαίνει ότι ίσως η αγάπη να
είναι το μόνο που επιβιώνει ακόμα και μέσα στο απόλυτο σκοτάδι που
ισοδυναμεί με την τελική απελευθέρωση από το όνειρο της ζωής.
Πέρα ωστόσο από τις φιλοσοφικές του προεκτάσεις,
Το Θεώρημα Μηδέν, ακολουθώντας πιστά τη παράδοση των υπόλοιπων ταινιών του Terry Gilliam, αποτελεί μια εικαστική πανδαισία. Το σύμπαν του συγκεκριμένου σκηνοθέτη είναι πολύχρωμο, σουρεαλιστικό, δυστοπικό και σατυρικό συνάμα. Τα μελλοντικά του οράματα είναι σκοτεινά, και με τις δημιουργίες του προσπαθεί να προειδοποιήσει την ανθρωπότητα για τον οργουελικό εφιάλτη που την απειλεί εξαιτίας της λανθασμένης χρήσης της τεχνολογίας, η οποία φορτίζει με δυσανάλογη δύναμη τις πιο σκοτεινές πλευρές του ψυχισμού. Οι ήρωές του είναι αδύναμοι και αδέξιοι, εγκλωβισμένοι μέσα σε ένα στυγνό και κυνικό περιβάλλον όπου επικρατεί ο υλισμός κι ένας φανταχτερός ντετερμινισμός. Μέσα τους, όμως, καίει η φλόγα της αμφισβήτησης και τους κατατρώει η αγωνία που λίγο πολύ νιώθουμε όλοι όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον παραλογισμό του κόσμου που μας περιβάλλει: Είναι η βεβαιότητα ότι δεν είναι απαραίτητο να είναι έτσι τα πράγματα, ότι πρέπει να υπάρχει κάποια διέξοδος από τον καφκικό εφιάλτη που μας έχει τυλίξει με τα βρόμικα πλοκάμια του. Αλλά θα καταφέρουμε ποτέ να ξεγλιστρήσουμε ανάμεσα από τα κάγκελα της φυλακής μας; Θα βρούμε τη μαγική πορτούλα που θα οδηγήσει μακριά από όλη αυτή την τρέλα; Και, το σπουδαιότερο από όλα: Θα είμαστε ικανοί να πληρώσουμε το τίμημα που απαιτείται για την τελική εκείνη απόδραση;
το διαβάσαμε στο mystery.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου