Το Μυθικό Βουνό
Αναζητώντας το Σημείο που συνδέει τη Γη με τον Ουρανό
του Στέφανου Ελμάζη
Υπάρχουν ορισμένοι άνθρωποι που στη σύντομη ζωή τους καταφέρνουν να ζήσουν και να γνωρίσουν πράγματα που οι περισσότεροι από εμάς ακόμη κι αν ζούσαμε εκατό χρόνια δεν θα πλησιάζαμε καν.
Ένας τέτοιος χαρισματικός άνθρωπος υπήρξε ο René Daumal (Ρενέ Ντομάλ), ένα από τα πιο φωτεινά πνεύματα που γέννησε η Γαλλία. Ποιητής, λογοτέχνης, μεταφραστής ιερών κειμένων, μα πάνω απ' όλα ένας φλογερός αναζητητής της Αλήθειας.
Αυτή τη «φλόγα» κυνηγούσε διαρκώς σε όλη τη σύντομη ζωή του, από τις δύσβατες κορυφές της τέχνης μέχρι αυτές των ψηλών βουνών, για να ανταμειφθεί εκεί, μερικά χρόνια πριν το τέλος, ανακαλύπτοντας κάτι εξαιρετικά πολύτιμο...
Ο Ρενέ Ντομάλ γεννήθηκε στο Boulzicourt των Αρδεννών, το 1908. Έφηβος ακόμη, είπε στους έκπληκτους γονείς του πως «γράφει στίχους δίχως να το καταλαβαίνει». Σύντομα, η πρωτοποριακή ποίησή του άρχισε να δημοσιεύεται στα πιο γνωστά λογοτεχνικά περιοδικά της Γαλλίας πριν ο ίδιος κλείσει τα είκοσι.
Ήταν η εποχή του Ντανταϊσμού και του Σουρεαλισμού, και οι κορυφαίες μορφές των κινημάτων αυτών πρόσεξαν αμέσως τον Ντομάλ. Ο ιδρυτής του σουρεαλιστικού κινήματος μάλιστα, Αντρέ Μπρετόν, προσέγγισε το νεαρό ποιητή θέλοντας να τον εισάγει στους κύκλους του.
Ο Ντομάλ ωστόσο, βρισκόταν ήδη αλλού: είχε ιδρύσει με τρεις ακόμα φίλους του το λογοτεχνικό περιοδικό Le Grande Jeu (Το Μεγάλο Παιχνίδι) ονομάζοντας τους εαυτούς τους «απλιστές».
Οι απλιστές (από τη λέξη απλός) διαφωνούσαν με την πολιτική διάσταση του Σουρεαλισμού: η έμφασή τους βρισκόταν στη διερεύνηση της συνείδησης, την οποία προσέγγιζαν μέσα από πειραματισμούς με ψυχοτρόπες ουσίες που τους επέτρεπαν να συναντιούνται σε κοινά όνειρα και αστρικές προβολές.
Μέσα σε όλα αυτά, ο Ντομάλ έγραφε και για τη Nouvelle Revue Francaise, όπου η πιο φημισμένη του στήλη ήταν η «Παταφυσική του Μήνα». Ως Παταφυσική, ο Ντομάλ όριζε το πεδίο της αναζήτησης εκείνο που πήγαινε πέρα από τη μεταφυσική. Από τους εκατό διαφορετικούς ορισμούς που έδωσε, ίσως η πιο ενδιαφέρουσα ήταν «η Παταφυσική ως η επιστήμη των φανταστικών λύσεων».
Παράλληλα με όλες αυτές τις αναζητήσεις, ο Ντομάλ είχε μάθει μόνος του σανσκριτικά, μελετούσε μαθηματικά, ιατρική και φιλοσοφία, ενώ η λογοτεχνική του παραγωγή αυξανόταν γεωμετρικά.
Το 1936, είχε ήδη βραβευτεί για την πρώτη του ποιητική συλλογή Αντί-Ουρανός, για τη μετάφραση που είχε κάνει στον Χέμινγουεϊ, και τη σπουδαία σάτιρά του για τη λογοτεχνική σκηνή της Γαλλίας με τίτλο La Grande Beuverie.
Πλησίαζε πλέον η ώρα για να αποκρυσταλλωθούν οι εμπειρίες, οι σπουδές και οι αναζητήσεις του σε ένα magnumopus, ένα έργο που θα αποτύπωνε την πολύπλευρη έρευνά του για την αλήθεια.
Για να φτάσει όμως σε αυτό το σημείο, χρειάστηκε η παρέμβαση ενός πολύ ιδιαίτερου ανθρώπου: του ζωγράφου Αλεξάντερ ντε Σάλτσμαν (Salzmann), που ανήκε στο στενό κύκλο μαθητών του Έλληνα πνευματικού δασκάλου Γεωργίου Γκουρτζίεφ.
Ο Ντομάλ περιγράφει σε ένα γράμμα του τον ντε Σάλτσμαν ως «τέως δερβίση, πρώην Βενεδικτίνο, πρώην καθηγητή ζίου-ζίτσου, σκηνογράφο, ζωγράφο… έναν απίστευτο άνθρωπο». Η ομάδα του νεαρού ποιητή είχε προσέξει τον ντε Σάλτσμαν τον Οκτώβριο του 1930, στο καφέ Figon, όπου μαζευόντουσαν κάθε Πέμπτη. Εκείνος καθόταν σε μια γωνιά πίνοντας το ένα μπράντι μετά το άλλο και σχεδιάζοντας Κινέζους και Άραβες χαρακτήρες.
Χρειάστηκαν μερικοί μήνες για να αναγνωρίσουν το χαρισματικό ζωγράφο, ο οποίος δεν άργησε να τους πλησιάσει. Ύστερα από κάποιες συζητήσεις, εκείνος πρότεινε στους νεαρούς να δοκιμάσουν κάτι: να κρατήσουν τα χέρια τους ανοιχτά σε έκταση όσο μπορούσαν. Μερικά λεπτά μετά, ο Ντομάλ ήταν ο μόνος που συνέχισε να έχει τα χέρια του τεντωμένα. «Με ενδιαφέρεις!» είπε ο ντε Σάλτσμαν και για τον Ντομάλ ήταν η αφετηρία της μεγαλύτερης αλλαγής στη ζωή του.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο εικοσάχρονος ποιητής είχε κατορθώσει πολλά αλλά δεν είχε βρει τις «φανταστικές λύσεις» που αναζητούσε με την Παταφυσική του. Οι πειραματισμοί του, η μελέτη των σανσκριτικών ως παράθυρο προς την Ανατολή, οι πνευματικές του αναζητήσεις, δεν τον είχαν οδηγήσει προς την ποθητή κατεύθυνση. Αντίθετα, «ήταν μια εποχή βίαιων πονοκεφάλων, όπου παράπαια ανάμεσα στην απελπισία και στη φιλοσοφία» θα γράψει ο ίδιος.
Ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει τα πάντα, όταν η εμφάνιση του ντε Σάλτσμαν ήρθε να ανατρέψει τα πάντα: ο ζωγράφος τον μύησε στη διδασκαλία του Γκουρτζίεφ. Και ο Ντομάλ ανακάλυψε εδώ, αυτό που έψαχνε όλη του τη ζωή και δόθηκε ολοκληρωτικά.
Όπως σημειώνει η βιογράφος του, Kathleen Rosenblatt, η έμφαση του Γκουρτζίεφ στη μη ταύτιση και στην αυτοπειθαρχία, όπως και στο ότι η αφύπνιση και η εσωτερική ελευθερία μπορούν να έρθουν μόνο μέσα από τη συνεχή παρατήρηση του εαυτού και την εσωτερική τριβή, ήταν πράγματα που έβρισκαν απόλυτα σύμφωνο τον Ντομάλ, καθώς για χρόνια ο ίδιος είχε αναγνωρίσει την ανάγκη να δαμάσει το σώμα του και να υποτάξει τις ορέξεις του σε κάτι ανώτερο.
Επίσης, τον ενδιέφερε πολύ η σημασία που έδινε ο Γκουρτζίεφ στην τέχνη, ότι ορισμένες μορφές της μπορούν να βοηθήσουν στην ανύψωση της συνειδητότητας στον άνθρωπο.
Μέσα από την Εργασία του Γκουρτζίεφ, ο Ντομάλ απέκτησε ξανά σκοπό και νόημα στη ζωή του. Το αποτέλεσμα της νέας του κατεύθυνσης δεν άργησε να φανεί.
Μέσα στα επόμενα έξι χρόνια συγκέντρωσε συνεργασίες και βραβεία, ενώ παντρεύτηκε την ομοϊδεάτισσά του Vera Milanova και ξεκίνησε σπουδές στη Σορβόννη.
Παράλληλα όμως, έκαναν την εμφάνισή τους και οι συνέπειες από τις καταχρήσεις των προηγούμενων ετών. Λίγο πριν το Παρίσι καταληφθεί από τους Γερμανούς, ο Ντομάλ ανακάλυψε πως πάσχει από φυματίωση. Ωστόσο, παρά τις συνεχείς μετακομίσεις και την αρρώστια του, τα επόμενα τέσσερα χρόνια μετέφρασε ένα μεγάλο μέρος από το έργο του μεγάλου δασκάλου του Ζεν D. T. Suzuki, εξέδωσε τα Cahiers de Sud πάνω στον ινδικό πολιτισμό, και εξακολούθησε να αρθρογραφεί στη λογοτεχνική Fontaine.
Κυρίως όμως, συνέχισε να δουλεύει το σημαντικότερο βιβλίο του, αυτό που τελικά θα τον έκανε διάσημο, ένα έργο που σήμερα θεωρείται κλασικό και αποτελεί σημείο αναφοράς για πολλούς ανθρώπους: το περίφημο Όρος Ανάλογο. Τι είναι το Όρος Ανάλογο; Σε ένα επίπεδο είναι ένα μυστήριο βουνό που κανείς το βλέπει μόνο όταν οι ακτίνες του ήλιου το χτυπάνε με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Η κορυφή του είναι απρόσιτη, αλλά η βάση του είναι προσιτή στους ανθρώπους όπως τους έπλασε η φύση. Είναι μοναδικό, και γεωγραφικά υπαρκτό. Στο συμβολικό αυτό μυθιστόρημα, μια ομάδα ιδιαίτερων ανθρώπων με οδηγό τον πατήρ Σογόλ (αντιστροφή της λέξης Λόγος, ουσιαστικά μια προσομοίωση του Αλεξάντερ ντε Σάλτσμαν) προσπαθεί να φτάσει στην κορυφή του μυστηριώδους αυτού όρους, που συνδέει τη Γη με τον Ουρανό.
Στο δρόμο τους πολύτιμα βοηθήματα είναι κάτι σπάνιοι κρύσταλλοι, που ονομάζονται πέρανταμ (υπεραδάμαντες στην ελληνική μετάφραση), που όμως μπορούν να δουν μόνο όσοι πραγματικά με θέρμη αναζητούν. Οι κρύσταλλοι αυτοί είναι το μοναδικό «νόμισμα» που αναγνωρίζει κάθε οδηγός, που αναλαμβάνει να καθοδηγήσει μια ομάδα αναζητητών στην κορυφή τους Όρους Ανάλογου. Οι οδηγοί, στην ήπειρο του Ανάλογου Όρους, είναι άνθρωποι ενός ανώτερου επίπεδου.
Το ταξίδι της ομάδας, που συμβολίζει την εσωτερική πορεία του ανθρώπου, είναι εξαιρετικά δύσκολο. Η αποστολή φτάνει εντέλει μετά από πολλές περιπέτειες στους πρόποδες του βουνού κι εκεί... χάνεται από τα μάτια μας!
Το βιβλίο αποτελεί μια αλληγορία για το εσωτερικό ταξίδι και την ανακάλυψη της γνώσης εκείνης που μπορεί πραγματικά να μεταμορφώσει τον άνθρωπο. Για τον αναγνώστη λειτουργεί σε δυο επίπεδα, το καθημερινό και το συμβολικό. Έτσι, κανείς μπορεί να το εισπράξει ως μια ευχάριστη και ενδιαφέρουσα αφήγηση, ή ως μια κωδικοποίηση της πνευματικής αναζήτησης, που είναι και η αρχική πρόθεση του συγγραφέα.
Ο Ρενέ Ντομάλ δεν ολοκλήρωσε το μεγάλο του αυτό έργο. Πέθανε στις 21 Μαΐου του 1944, στα 36 του χρόνια, και το βιβλίο τελειώνει στα μισά μιας φράσης.
Κι όμως, η μισοτελειωμένη του μορφή δεν ξενίζει, αντίθετα ενδυναμώνει το έργο – απόδειξη ότι εκδόθηκε και θεωρήθηκε σχεδόν αμέσως κλασικό, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να συγκριθεί με τον Βολτέρο, τον Swift, τον Bergerac και τον Πόε.
Απόσπασμα από το βιβλίο ΟΡΟΣ ΑΝΑΛΟΓΟ του René Daumal που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρχέτυπο.
To άρθρο αλιεύτηκε από τις εκδόσεις Αρχέτυπο. Έχοντας διαβάσει και το συναρπαστικό αυτό βιβλίο, μπορούμε να πούμε ότι τελειώνει χωρίς να τελειώσει, αφήνοντάς σε γεμάτο βασανιστικά ερωτήματα και μια γλυκόπικρη αίσθηση ανικανοποίητου. Αλλά ίσως και αυτό, τελικά, να αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι της μεγάλης έλξης που ασκεί στον αναγνώστη του...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου