ΤΖΑΝΦΡΑΝΚΟ ΣΑΝΓΚΟΥΙΝΕΤΙ – ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
«Όλες οι πράξεις τρομοκρατίας, υπήρξαν ή είναι είτε επιθετικές, είτε αμυντικές πράξεις. Για παράδειγμα επιθετικές πράξεις τρομοκρατίας είναι οι απόπειρες των Παλαιστινίων και των Ιρλανδών. Αντίθετα, αμυντικές είναι για παράδειγμα, η βόμβα της πλατείας Φοντάνα ή η απαγωγή του Άλντο Μόρο.
Στην επιθετική τρομοκρατία προσφεύγουν οι απελπισμένοι και οι πλανημένοι. Στην αμυντική τρομοκρατία, αντίθετα, προσφεύγουν πάντα και μόνο τα κράτη, είτε επειδή βρίσκονται βαθιά μέσα σε μια σοβαρή κοινωνική κρίση, όπως το ιταλικό κράτος, είτε επειδή τη φοβούνται, όπως το γερμανικό κράτος.
Η αμυντική τρομοκρατία των Κρατών ασκείται είτε άμεσα είτε έμμεσα. Αν τα Κράτη προσφύγουν στην άμεση τρομοκρατία, αυτή πρέπει να στραφεί εναντίον του πληθυσμού. Αν, αντίθετα, τα Κράτη αποφασίσουν να ανατρέξουν σε μιαν έμμεση τρομοκρατία, αυτή πρέπει να φαίνεται πως στρέφεται εναντίον τους –όπως για παράδειγμα συνέβη στην υπόθεση Μόρο.
Όλες οι μυστικές τρομοκρατικές ομαδούλες οργανώνονται και διευθύνονται από μιαν ιεραρχία κρυφή και στους ίδιους τους αγωνιστές της παρανομίας, που καθρεφτίζει τέλεια τον καταμερισμό δουλειάς και των ρόλων, όπως τον βρίσκουμε σ’ ετούτη την κοινωνική οργάνωση: πάνω αποφασίζουν, κάτω εκτελούν.
Η ιδεολογία και η στρατιωτική πειθαρχία προφυλάσσουν την αληθινή ηγεσία από κάθε κίνδυνο και την βάση από κάθε υποψία. Οποιαδήποτε μυστική υπηρεσία μπορεί να σκαρώσει μιαν «επαναστατική» ονομασία και να διαπράξει ορισμένες απόπειρες που θα καλοδιαφημιστούν από τον τύπο. Ξεκινώντας από αυτές θα της είναι εύκολο να συμπήξει μια μικρήν ομάδα από αφελείς αγωνιστές και να την διευθύνει με την μεγαλύτερη ασυδοσία. Μα στην περίπτωση μιας τρομοκρατικής ομαδούλας που έχει ξεπηδήσει αυθόρμητα, τίποτα στον κόσμο δεν είναι πιο εύκολο για τα ειδικά σώματα του Κράτους από το να παρεισφρύσουν σ’ αυτήν και, χάρη στα μέσα που διαθέτουν και στην άκρα ελευθερία ελιγμών που έχουν, να φτάσουν σε απόσταση βολής από την αρχική ηγεσία και να πάρουν τη θέση της, είτε με συγκεκριμένες συλλήψεις την κατάλληλη στιγμή, είτε με το σκότωμα των πρώτων αρχηγών. Αυτό κατά κανόνα γίνεται σε μιαν ένοπλη σύγκρουση με τις «δυνάμεις της τάξης», που έχουν ειδοποιηθεί για την επιχείρηση από τους ανθρώπους τους μέσα στην οργάνωση. (σ.σ. σας θυμίζουν όλα αυτά -που υπενθυμίζω ότι γράφηκαν το 1979- τον τρόπο «εξάρθρωσης» της 17 Νοέμβρη, λίγο πριν τα… olympic games τού 2004;)
Από εδώ και πέρα οι παράλληλες υπηρεσίες του Κράτους μπορούν να διαθέτουν όπως τους αρέσει έναν απόλυτα αποτελεσματικό οργανισμό, φτιαγμένο από απλοϊκούς ή φανατικούς αγωνιστές, που το μόνο που ζητάει είναι να τον κατευθύνουν. Η αρχική τρομοκρατική ομαδούλα, που είχε γεννηθεί από τις αυταπάτες των μελών της γύρω από τις δυνατότητες μιας αποτελεσματικής στρατηγικής επίθεσης, αλλάζει εγκεφάλους και γίνεται απλά και μόνο ένα αμυντικό παράρτημα του κράτους. Από την πλατεία Φοντάνα ως την απαγωγή του Μόρο, αυτό που άλλαξε ήταν μόνο οι στόχοι που χτύπησε κάθε φορά η αμυντική τρομοκρατία, αλλά εκείνο που δεν μπορεί ποτέ να αλλάξει στην άμυνα είναι ο σκοπός. Και ο σκοπός έχει πράγματι μείνει ο ίδιος: δηλ. να πιστέψει όλος ο πληθυσμός, που πια δεν ανέχεται, ή πολεμάει αυτό το Κράτος, πως έχει τουλάχιστον έναν εχθρό από κοινού με αυτό, απ’ τον οποίο το Κράτος τον προστατεύει, φτάνει να μην αμφισβητείται από κανένα.
Ο πληθυσμός που είναι γενικά εχθρικός προς την τρομοκρατία, κι όχι αναίτια, πρέπει λοιπόν να συμφωνήσει πως τουλάχιστο σ’ αυτό, έχει ανάγκη το Κράτος, στο οποίο όμως πρέπει να εκχωρήσει τις πιο πλατιές εξουσίες ώστε να μπορέσει αυτό να αντιμετωπίσει με νεύρο το επίπονο έργο της κοινής άμυνας μπροστά σε έναν εχθρό σκοτεινό, μυστήριο, ύπουλο, ανελέητο και, με μια λέξη, χιμαιρικό. Χωρίς την κακία του Διαβόλου, η άπειρη αγαθοσύνη του Θεού δεν θα μπορούσε να φανερωθεί και να εκτιμηθεί όσο πρέπει.
Το Κράτος εξασθενημένο στο έπακρο από όλες τις επιθέσεις που δέχεται, αυτό και η οικονομία του εδώ και δέκα χρόνια καθημερινά, από το προλεταριάτο από τη μια μεριά και από την αναξιότητα των δικών του διαχειριστών από την άλλη (σ.σ.: βλ. το ελληνικό κράτος της τελευταίας τουλάχιστον δεκαπενταετίας), βρίσκει έτσι έναν τρόπο να σωπαίνει και για το ένα και για το άλλο: αναλαμβάνει με επισημότητα να σκηνοθετήσει το θέαμα της πανίερης άμυνας μπροστά στο τέρας της τρομοκρατίας.
Η τρομοκρατία και η «έκτακτη ανάγκη», η κατάσταση αδιάκοπης έκτακτης ανάγκης και «επιφυλακής» αυτά είναι τα μόνα υπαρκτά προβλήματα. Όλα τα υπόλοιπα αποτραβιώνται, ξανασπρώχνονται πίσω στο κοινωνικό ασυνείδητο, μπροστά στη σοβαρότητα του ζητήματος της «δημόσιας τάξης». Και μπροστά στο καθολικό καθήκον της υπεράσπισής της, όλοι καλούνται να γίνουν καταδότες, δειλοί, η ανανδρία γίνεται υπέρτατη αρετή, ο φόβος πάντα δικαιολογείται, το μόνο «θάρρος» που δεν σε ατιμάζει είναι το να εγκρίνεις και να υποστηρίζεις όλα τα ψέματα, τις υπερβασίες και τις ανομίες του Κράτους. Αφού η σημερινή κρίση δεν αφήνει απ’ έξω καμία χώρα του πλανήτη, δεν υπάρχει πια κανένα γεωγραφικό σύνορο της ειρήνης και του πολέμου, της ελευθερίας και της αλήθειας: αυτό το σύνορο περνάει μάλλον από το εσωτερικό κάθε χώρας και το κάθε Κράτος παίρνει τα όπλα και κηρύχνει τον πόλεμο στην αλήθεια.
Όλοι λοιπόν θα συμφωνήσουν πως το Κράτος δεν μπορεί να κάτσει να το δολοφονήσουν χωρίς να αμυνθεί: και όποιο και να είναι το τίμημα, αυτή η άμυνα είναι ιερό και επιτακτικό καθήκον του καθενός. Κι αυτό γιατί η Δημοκρατία είναι δημόσια, το Κράτος είναι ολονών.
Γι’ αυτό και μόνο τράβηξε σε τέτοιο μάκρος το ψυχομάχημα του Μόρο, ώστε να μπορέσει ο καθένας να παρακολουθήσει με άνεση όλο το θέαμα της απαγωγής (σ.σ. από τις Ερυθρές Ταξιαρχίες) καθώς και την προσποιητή συζήτηση γύρω από τις διαπραγματεύσεις, διαβάζοντας περίπαθα γράμματα και ανελέητα μηνύματα από τις σκιώδεις Κόκκινες Ταξιαρχίες, που θα συγκέντρωναν την περιφρόνηση του απλοϊκού κόσμου και των μωρών ανθρώπων, δίνοντας έτσι σε όλη την υπόθεση μια κάποια σαθρή αληθοφάνεια και στο συλλογικό ψυχόδραμα έναν λόγο για να εκδηλωθεί. Στο μεταξύ η άπραγη παρακολούθηση και η γενική παθητικότητα θα παρέμεναν αδιατάραχτες και αυτό είναι που μετράει περισσότερο.
Όλοι επομένως είναι θελημένα, ή αθέλητα θύματα αυτού του νιοστού ψέματος του Κράτους: οι εξωκοινοβουλευτικοί και οι αριστεροί διανοούμενοι παραδέχονται βέβαια πως το Κράτος χρησιμοποιεί πάντα την τρομοκρατία, κατόπιν εορτής, μα δεν μπορούν να καταλάβουν πώς μπορεί το ίδιο να προσφύγει στη τρομοκρατία, σκοτώνοντας τον πιο «εξέχοντα» εκπρόσωπό του. Να λοιπόν γιατί μιλάω για ιστορική άγνοια: κανένας δεν γνωρίζει χίλια μύρια παραδείγματα όπου Κράτη που βρίσκονταν σε κρίση κοινωνική, εξόντωσαν ακριβώς τους πιο προφανείς εκπροσώπους τους, με την πρόθεση και την ελπίδα να ξεσηκώσουν και να διοχετεύσουν κατάλληλα μια γενική –μα συνήθως εφήμερη- αγανάκτηση εναντίον των εξτρεμιστών και των δυσαρεστημένων. Για να μην αναφέρω παρά μόνο ένα ανάμεσα στα χίλια τέτοια ιστορικά παραδείγματα, θα θυμίσω πως οι τσαρικές μυστικές υπηρεσίες, η επίφοβη Οχράνα, έβαλε να σκοτώσουν στις 28/7/1904 ούτε λίγο ούτε πολύ τον υπουργό Εσωτερικών Πλέχβε και επειδή δεν τους φάνηκε τούτο αρκετό, έβαλαν λίγο αργότερα και σκότωσαν στις 17/2/1905, τον μεγάλο δούκα Σέργιο, θείο του τσάρου, άντρα με μεγάλη επιρροή και αρχηγό της στρατιωτικής περιφέρειας της Μόσχας (σ.σ. και θα κόλωναν οι «δικοί» μας τής Ε.Υ.Π./«17 ΝΟΕΜΒΡΗ»/ «ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ» κ.λπ., μπροστά στον κάθε αναλώσιμο κομματικό δελφίνο τύπου Παύλου Μπακογιάννη;)
Κι όπως και να’ χει πρέπει να σημειώσουμε πως μια εξουσία που βρίσκεται σε δύσκολη θέση μοιάζει πάντα με κάθε άλλη εξουσία που βρίσκεται σε δύσκολη θέση, όπως μοιάζουν πάντα η συμπεριφορά τους και ο τρόπος που ενεργούν».
(αποσπάσματα από το Περί της Τρομοκρατίας και του Κράτους τού Τζανφράνκο Σανγκουινέτι, εκδόσεις Ύψιλον/Βιβλία, Αθήνα 1982, μετάφραση Κώστας Κουρεμένος - τα είχα δημοσιεύσει για πρώτη φορά στο ιστολόγιο του φίλου Κλείτορα, kleitor.blogspot.com)
Το διαβάσαμε στον ΥΠΝΟΒΑΤΗ
όπου ξεκινούσε την ανάρτησή του με αυτή τη μικρή εισαγωγή:
[Με αφορμή τις συγκινητικές προσπάθειες του αρχομανή κωλοπαιδαρά, που παριστάνει τον πρωθυπουργό του προτεκτοράτου, να κρατηθεί στην καρέκλα που ονειρευόταν όλη του τη ζωή (http://tvxs.gr/news/ellada/ston-anakriti-o-sylliftheis-toy-byrona), ξανανεβάζω ένα παλιότερο.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου