Εξελικτικό Μονοπάτι
© Παναγιώτης Κωνσταντάκος - Φεβρουάριος 2005
Ο Γεωμετρικός του αντίπαλος πλησίασε απειλητικά. Η κίνησή του μαρτυρούσε έκδηλα την υπεροψία του ως προς τη διεξαγωγή της μάχης, όπως άλλωστε κι εκατοντάδων προηγούμενων αντιπάλων του. Ήταν πια σχεδόν λυπηρό ν’ αντικρίζει τη δυσάρεστη έκπληξή τους όταν εξουδετερώνονταν με την άμεση γεωμετρική τους αλλοίωση. Οι υποδοχείς του άλλωστε δεν άφηναν κανένα περιθώριο διαφυγής στο θύμα μετά την εύκολη ακινητοποίησή του. Πολλές φορές αναρωτιόταν γιατί οι Ξένοι –έτσι τους είχαν ονομάσει– επέμεναν με καταδικασμένες σε αποτυχία επιθέσεις, αφού λίγες ήταν οι φορές που η μάχη έδειχνε να έχει ενδιαφέρον. Κι όμως συνέχιζαν να επιτίθενται με σταθερό ρυθμό αντίθετα σε κάθε λογική, σαν αναλώσιμες ομάδες, άλλοτε ολιγάριθμες κι άλλοτε πολυάριθμες. Ήταν ο αέναος Γεωμετρικός Πόλεμος, κι ο ρόλος του σ’ αυτόν ήταν ενός αμυνόμενου μαχητή. Ευτυχώς ή δυστυχώς γι’ αυτόν, τον τελευταίο καιρό οι προβληματισμοί του και οι σκέψεις του εκτείνονταν πολύ πέρα απ’ το ρόλο του. Δεν είχε φιλοδοξίες ιεραρχικής εξέλιξης, παρά μόνο μια εσωτερική ανησυχία, σαν φλόγα που είχε γρήγορα φουντώσει σε πυρκαγιά.
Η παραπάνω διαδικασία είχε ξεκινήσει απότομα και δίχως προειδοποίηση, με μια διεύρυνση των νοητικών του ικανοτήτων. Άρχισε ξαφνικά να αντιλαμβάνεται με πρωτόγνωρη διαύγεια σύνθετες έννοιες, με όλες τις λεπτές τους αποχρώσεις, απλουστεύοντας με πρωτοφανή ευκολία προβλήματα που μέχρι πρότινος θεωρούσε δυσεπίλυτα. Αυτό που έδειχνε να τον απασχολεί ιδιαίτερα ήταν η σχέση του με το ευρύτερο Σύστημα στο οποίο άνηκε. Διαισθανόταν ότι αποτελούσε ένα μικρό κομμάτι ενός τεράστιου παζλ, αλλά ένιωθε ότι έπρεπε να μάθει με οποιοδήποτε κόστος ποιο τμήμα της συνολικής εικόνας του αναλογούσε. Αν βέβαια υπήρχε κάποια συνολική εικόνα… Συνειδητοποίησε ότι έζησε δίχως να αναρωτηθεί ποτέ για τη φύση της πραγματικότητας γύρω του και την ουσιαστική του θέση μέσα σ’ αυτή. Η απορία του αν ζούσε μέχρι τότε αληθινά ήταν φυσικό επακόλουθο της συναίσθησης ότι τώρα ήταν πιο ζωντανός από ποτέ, με την ψυχική του διέγερση να κορυφώνεται καθώς αναλογιζόταν τις προκλήσεις που ορθώνονταν μπροστά του σαν ανυπέρβλητα εμπόδια. “Η δυσκολότερη στιγμή της ζωής σου είναι όταν συνειδητοποιείς πως είσαι Πιόνι…” Η τελευταία σκέψη τον χτύπησε σαν κεραυνός, καθώς έμοιαζε να του επιβλήθηκε από μία ‘‘διαφορετική’’ συνείδηση, ξένη και συνάμα δική του. Συλλογίστηκε πως μία τέτοια σκέψη άλλαζε την εικόνα του εαυτού του, τις μέχρι στιγμής γνώσεις του, αλλά και τις προσδοκίες του, τα όνειρά του για το μέλλον.
Ήταν το πρώτο σοκ.
Η ένταση στα πεδία των μαχών λιγόστευε συνεχώς, η ατμόσφαιρα αποφορτιζόταν με την πάροδο του χρόνου και τα φαινόμενα προμήνυαν μία περίοδο ύφεσης για τον ευρύτερο Γεωμετρικό Πόλεμο. Οι μαχητές άρχισαν να αδρανούν και να χαλαρώνουν. Φαίνονταν να απολαμβάνουν μια κατάσταση μη-δράσης, η οποία τους επέτρεπε να συλλογιστούν, να θυμηθούν, να νοσταλγήσουν… Εκείνος όμως γνώριζε από πρώτο χέρι ότι η υπερβολική σκέψη είναι θανάσιμος εχθρός της δράσης. Μόνο ο κατάλληλος συνδυασμός τους αποτελεί πανίσχυρο κλειδί κι επιτυγχάνεται με οδηγό τη διαίσθηση και, πολύ λιγότερο, τη μεθοδολογία. Η διαίσθησή του, λοιπόν, επέμενε στη συνοδεία των προβληματισμών του με περιπλάνηση. Κι αυτός υπάκουσε.
Σύντομα παρατήρησε ότι συγκεκριμένες διαδρομές του επέβαλαν συγκεκριμένες σκέψεις, οι οποίες με τη σειρά τους επηρέαζαν την αρχική του πορεία. Η αλληλεπίδραση σκέψης-πορείας τον απασχόλησε ιδιαίτερα, καθώς αντιλήφθηκε την έλλειψη αυστηρών συνόρων μεταξύ του ‘‘μέσα’’ και του ‘‘έξω’’ χώρου. Η αναζήτησή του ήταν εσωτερική ή εξωτερική; Μήπως η περιπλάνησή του, και κατ’ επέκταση όλη του η ζωή, λάβαινε χώρα μόνο στη συνείδησή του; Η τελευταία πάλι του φαινόταν περιορισμένη, αλλά και σαθρή, δίχως στιβαρό υπόβαθρο. Ίσως σε μία ευρύτερη Υπερσυνείδηση;… Ανέκαθεν γνώριζε πως οι σωστές ερωτήσεις είναι πιο σημαντικές κι απ’ την πιο ευρηματική απάντηση. Πρώτη φορά, όμως, το βίωνε με τέτοια ένταση. Συμμετείχε, πια, στη Γνώση με κάθε πτυχή του είναι του. Το Σύστημα, μέσα στο οποίο λειτουργούσε, ταυτίστηκε στα μάτια του με έναν Υπερεαυτό, επιμέρους όψη του οποίου αποτελούσε ασυνείδητα και ο ίδιος.
Ο στόχος του έμοιαζε πια ξεκάθαρος. Ήξερε τι έπρεπε να κάνει, χωρίς να γνωρίζει το γιατί. Ήταν μονόδρομος για την ύπαρξή του η εξέλιξη της ατομικής του συνείδησης στα επίπεδα της υπερσυνείδησης του ευρύτερου και ασύλληπτου Εαυτού. Έπρεπε να συμμετάσχει συνειδητά στο γιγάντιο αυτό γκεστάλτ, να νιώσει και να μοιραστεί τη μεθυστική του Δύναμη.
Ήταν το δεύτερο σοκ.
Η συνήθης επαφή του με το περιβάλλον μετάλλαξε σε πυρετώδη ενεργειακή δοσοληψία. Τα ερεθίσματα που λάβαινε αυξάνονταν με χειμαρρώδη ρυθμό μεγεθύνοντας την επίγνωσή του σε τρομακτικό βαθμό. Οι Χώροι και οι Χρόνοι στροβιλίζονταν γύρω του περιγελώντας τον, αλλά και προκαλώντας τον με σαρκασμό να κάνει άλλο ένα βήμα. Γιατί η καρδιά της Δίνης απείχε μόλις ένα βήμα απ’ αυτόν. Και το έκανε.
Ήταν το τρίτο σοκ.
Υπήρχε παντού και πουθενά. Υπήρχε πάντοτε, αλλά ίσως να μην υπήρξε και ποτέ. Δεν τον ένοιαζε άλλωστε. Δρούσε σε αχρονικό και αχωρικό πλαίσιο, ζώντας και πεθαίνοντας κάθε στιγμή. Μία ακόμη προβολή του συμμετείχε πια συνειδητά στο σύνολό του(τους). Δεν ήταν παρά ένα ασήμαντο λεμφοκύτταρο –όπως το ονόμαζαν οι άνθρωποι– αλλά κέρδισε τη Θέση στην οποία ταίριαζε, απολαμβάνοντας την ενέργεια που έδινε και ταυτόχρονα προαπαιτούσε η κολοσσιαία επίγνωση που μοιραζόταν. Σε όλη την προηγούμενη ζωή του –αν σήμαινε κάτι το προηγούμενη– έδινε ανελέητες μάχες με ιούς κι άλλους επιβλαβείς παράγοντες για την επιβίωση του ανθρώπινου οργανισμού στον οποίο άνηκε. Του φάνηκε αστείο το γεγονός ότι μοιραζόταν πια μία Συνείδηση πολύ πιο εξελιγμένη απ’ αυτή που μέχρι πρότινος ασυνείδητα υπηρετούσε. Εκείνη προσπαθούσε ακόμη να ανιχνεύσει το δύσβατο δρόμο προς την επίγνωση του Συνόλου. Ήταν, όμως, κι εκείνη έτοιμη για το καθοριστικό βήμα.
Η διεύρυνση κι ενδυνάμωση του γκεστάλτ προϋπέθετε τη συνειδητή συμμετοχή των κυριολεκτικά άπειρων υποψήφιων μελών του. Η γέφυρα χτιζόταν με εκπομπή κατάλληλου σήματος –ήχου, εικόνας, ή σκέψης– που ξεκινούσε μία μη αναστρέψιμη αλυσιδωτή αντίδραση σε όσες συνειδήσεις ήταν κατάλληλα συντονισμένες για τη μεγάλη αλλαγή. Ένα τέτοιο σήμα-ερέθισμα είχε μόλις αποσταλεί.
………………………………………………………………………………...
Ένιωσε το στόμα της στυφό και το μέτωπό της υπερβολικά ιδρωμένο. Πρέπει να είχε ξεσκεπαστεί από ώρα, καθώς οι πεταμένες στο πάτωμα κουβέρτες μαρτυρούσαν έναν ιδιαίτερα ανήσυχο ύπνο. Πάνε μέρες από τότε που ανάρρωσε πλήρως από εκείνη τη βαριά ίωση, την ίδια σχεδόν περίοδο που άρχισαν και τα όνειρα. Παρόλο που κάθε πρωινό της ήταν αδύνατο να θυμηθεί το περιεχόμενο της βραδινής της ονειρικής δραστηριότητας, γνώριζε πως είχε βιώσει πολύ ζωντανές ονειροπλανήσεις εξαιτίας της φωτεινής ονειρικής αίσθησης που τη στοίχειωνε κυριολεκτικά κατά τις πρώτες ώρες της ημέρας.
Κοίταξε το ρολόι και θύμωσε σαν μικρό παιδί. Ως συνήθως, είχε ξυπνήσει δύο μόλις λεπτά πριν χτυπήσει το ξυπνητήρι, χρόνος ελάχιστος για να απολαύσει μια στοργική αγκαλιά με το αγαπημένο της μαξιλάρι. Σαν υπνωτισμένη, ξεκίνησε την καθημερινή πρωινή ιεροτελεστία που την προετοίμαζε για ακόμη μία δύσκολη μέρα στη δουλειά. Απόρησε πως ένα αθώο σημείο στίξεως συγκάλυπτε τόσο αποτελεσματικά το προφανές. Διότι ως δουλεία αντιμετώπιζε πια τη δικηγορική της καριέρα. Η απορία της λύθηκε στη στιγμή όταν η δικηγόρος μέσα της ανέλαβε τα ηνία και της υπενθύμισε την ένοχη σχετικότητα της αθωότητας. Χαμογελώντας ειρωνικά, έκλεισε την εξώπορτα πίσω της.
Η διαδρομή για το γραφείο ήταν παράξενα διαφορετική. Ένοιωθε ανάλαφρη, ευδιάθετη, και ιδιαίτερα δυνατή. Αρκετά, ώστε να καταφέρει να απωθήσει εκείνη τη δικηγόρο σε μία σκοτεινή γωνία του μυαλού της, εκεί όπου πραγματικά άνηκε, και να σκεφτεί με διαφορετικούς όρους. Ένοιωσε συγκλονισμένη όταν συνειδητοποίησε ότι είχε να νοιώσει αληθινά ζωντανή απ’ τα ατίθασα χρόνια της εφηβείας της. Η επίγνωση της τροπής που είχε πάρει η ζωή της έγινε η αιτία ώστε στην επόμενη στροφή να παρεκκλίνει δραματικά απ’ την πορεία προς το γραφείο. Ήταν λίγο μετά από εκείνη τη στροφή όταν, αναπάντεχα, της επιβλήθηκε μία σκέψη από μια ‘‘διαφορετική’’ συνείδηση, τόσο ξένη όσο και οικεία, σχεδόν δική της. “Η δυσκολότερη στιγμή της ζωής σου είναι όταν συνειδητοποιείς πως είσαι Πιόνι…”
Ήταν το πρώτο από τα σοκ που θα επακολουθούσαν...
Και κάτι κι από εμάς:
Ο "χορευτής" με τις ακατανόητες κινήσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου