{ σαν σύντομο σχόλιο: ένα συναρπαστικό αφηγηματικό ταξίδι, από τα μυστήρια των τροβαδούρων (με το στοιχείο του παγανισμού και των "άλλων" καταστάσεων συνείδησης να αποτελούν αναπόσπαστο και υποβόσκον στοιχείο τους) και της αίρεσης των "Καθαρών" (τους οποίους και εξόντωσε η ρωμαιοκαθολική εκκλησία με απίστευτη ωμότητα) μέχρι τα βήματα προς μια διαφορετική στάση ζωής. Ιδιαίτερα χρήσιμης στη σύγχρονη κοινωνία της νεύρωσης, της μαζικής ζάλης, της μονολιθικότητας, της απονοηματοδότησης των αξιών και της κατεστημένης προπαγάνδας σε όλα τα επίπεδα...}
O Μυστικός Κώδικας των Τροβαδούρων
του Νικήτα Κόραλη
( Eνότητες: ΟΙ ΡΑΨΩΔΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΒΗΓΚΙΑΣ - Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ - ΕΝΑ ΑΒΕΒΑΙΟ ΤΕΛΟΣ - ΟΙ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΟΥ ΕΖΡΑ ΠΑΟΥΝΤ - ΠΟΛΥΤΙΜΗ ΣΤΑΣΗ ΖΩΗΣ )
ΟΙ ΡΑΨΩΔΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΒΗΓΚΙΑΣ
Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
ΕΝΑ ΑΒΕΒΑΙΟ ΤΕΛΟΣ
ΟΙ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΟΥ ΕΖΡΑ ΠΑΟΥΝΤ
ΠΟΛΥΤΙΜΗ ΣΤΑΣΗ ΖΩΗΣ
ΠΗΓΕΣ
Jacques le Goff, Ήρωες & Θαύματα του Μεσαίωνα, Κέδρος
JamesFrazer, Ο Χρυσός Κλώνος, Εκάτη
Ezra Pound, The Spirit of Romance, New Directions
T. S. Eliot, Ezra Pound: His Metric and Poetry, Kessinger Publishing
To κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο Μυστική Ιστορία 23 Αφηγήσεις Χαμένης Γνώσης.
το διαβάσαμε στις εκδόσεις ΑΡΧΕΤΥΠΟ
O Μυστικός Κώδικας των Τροβαδούρων
του Νικήτα Κόραλη
( Eνότητες: ΟΙ ΡΑΨΩΔΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΒΗΓΚΙΑΣ - Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ - ΕΝΑ ΑΒΕΒΑΙΟ ΤΕΛΟΣ - ΟΙ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΟΥ ΕΖΡΑ ΠΑΟΥΝΤ - ΠΟΛΥΤΙΜΗ ΣΤΑΣΗ ΖΩΗΣ )
«Είσαι το αληθινό ζαφείρι που κάθε
πόνο θεραπεύει, το σμαράγδι που φέρνει χαρά, το ρουμπίνι που φωτίζει και
παρηγορά την καρδιά. Με κάνεις να απεχθάνομαι το κακό και να επιθυμώ
την αρετή».
Όταν ο Guillaume de Machaut, τροβαδούρος
του 14ου αιώνα, συνέθετε την παραπάνω ωδή με τίτλο Πίστη, το ακροατήριό
του στο Παρίσι ήξερε πως έπρεπε να διαβάσει τα λόγια του με δυο
τρόπους: για τους πολλούς ο de Machaut τραγουδούσε τον έρωτά του για μια
απόμακρη Κυρία, για κάποιους άλλους όμως, μιλούσε κωδικοποιημένα για
μια πολύ βαθύτερη ανθρώπινη λαχτάρα.
Οι τροβαδούροι, βλέπετε, δεν ήταν συνηθισμένοι τραγουδιστές και συνθέτες ερωτικών ασμάτων, αλλά χρησιμοποιούσαν τις συνθέσεις τους σαν ένα είδος μυστικού κώδικα, που αναφερόταν σε μια άλλη, απόκρυφη αγάπη – ένας κώδικας που έκανε την εμφάνισή του στην πιο μυστηριακή περιοχή της Ευρώπης, στο νότο της Γαλλίας, στο προπύργιο της σέκτας των Καθαρών, στην Προβηγκία…
Οι τροβαδούροι, βλέπετε, δεν ήταν συνηθισμένοι τραγουδιστές και συνθέτες ερωτικών ασμάτων, αλλά χρησιμοποιούσαν τις συνθέσεις τους σαν ένα είδος μυστικού κώδικα, που αναφερόταν σε μια άλλη, απόκρυφη αγάπη – ένας κώδικας που έκανε την εμφάνισή του στην πιο μυστηριακή περιοχή της Ευρώπης, στο νότο της Γαλλίας, στο προπύργιο της σέκτας των Καθαρών, στην Προβηγκία…
Η κουλτούρα της Προβηγκίας άνθισε
ανάμεσα στο 1100 και στο 1300 μ.Χ., σε μια περίοδο όπου ο Γαλλικός Νότος
διαχωριζόταν από το Βορρά όχι μόνο πολιτικά αλλά και σε επίπεδο
γλώσσας.
Η κοινωνία των ανθρώπων που ζούσαν εκεί, αφομοιώνοντας λατινικές, μαυριτανικές και εβραϊκές επιρροές, φημιζόταν σε όλη την Ευρώπη για τον πλούτο και το υψηλό βιοτικό της επίπεδο, ενώ η περιοχή ήταν γνωστή για τα υπέροχα κάστρα και τις ωραίες γυναίκες της.
Οι γυναίκες ήταν το κεντρικό μοτίβο της Ευγενούς Αγάπης των τροβαδούρων. Για την κοινή γνώμη, οι τροβαδούροι (από το ρήμα trobar που σημαίνει «βρίσκω» ή «εφευρίσκω») ήταν απλώς περιπλανώμενοι ραψωδοί, που τραγουδούσαν στο όνομα της τέχνης και του έρωτα.
Ο τροβαδούρος ήταν συνήθως αριστοκράτης, ο οποίος συνέθετε τραγούδια που τα αφιέρωνε σε μια όμορφη Κυρία. Τα τραγούδια συνοδεύονταν με μουσική από έναν μαθητευόμενο (jongleur), που τα παρουσίαζε στο κοινό, ενώ μόνο κάποιες φορές ο ίδιος ο ποιητής έπαιζε τα τραγούδια.
Ο πυρήνας όμως της λατρείας τους ήταν ο ανεξάντλητος και πανίσχυρος πόθος, καθώς ο τροβαδούρος δεν είχε ποτέ πρόσβαση στη γυναίκα την οποία υμνούσε, που ήταν αγέρωχη και συνήθως η γυναίκα κάποιου άλλου.
Αλλά ακόμα κι αν την κατακτούσε, η γαμήλια ένωση ήταν και πάλι ανέφικτη λόγω ταξικών δεσμεύσεων. Εντέλει, αυτή η κατάσταση, η γλυκιά σκλαβιά, ο μεθυστικός πόνος του ανικανοποίητου, ήταν που έτρεφε την πένα του ποιητή και αυτήν εξυμνούσε.
Ωστόσο, υπήρχε και η άποψη ότι η ποίηση των τροβαδούρων αναφερόταν κωδικοποιημένα σε λατρείες και πρακτικές μιας απαγορευμένης θρησκευτικής σέκτας.
Η άποψη αυτή υιοθετήθηκε σε κάποιο βαθμό αφενός από την Εκκλησία που κατηγόρησε τους τροβαδούρους για βλασφημία, αφετέρου από μυστικιστές, σαν τον Dante Gabriel Rosetti και τον G. R. S. Mead, και αργότερα, στις αρχές του 20ού αιώνα από τον σπουδαίο ποιητή Έζρα Πάουντ, με αποτέλεσμα πολλοί να αρχίσουν να αναζητούν ίχνη αυτής της μυστικής λατρείας και στοιχεία από το χαμένο πολιτισμό του Γαλλικού Νότου.
Η κοινωνία των ανθρώπων που ζούσαν εκεί, αφομοιώνοντας λατινικές, μαυριτανικές και εβραϊκές επιρροές, φημιζόταν σε όλη την Ευρώπη για τον πλούτο και το υψηλό βιοτικό της επίπεδο, ενώ η περιοχή ήταν γνωστή για τα υπέροχα κάστρα και τις ωραίες γυναίκες της.
Οι γυναίκες ήταν το κεντρικό μοτίβο της Ευγενούς Αγάπης των τροβαδούρων. Για την κοινή γνώμη, οι τροβαδούροι (από το ρήμα trobar που σημαίνει «βρίσκω» ή «εφευρίσκω») ήταν απλώς περιπλανώμενοι ραψωδοί, που τραγουδούσαν στο όνομα της τέχνης και του έρωτα.
Ο τροβαδούρος ήταν συνήθως αριστοκράτης, ο οποίος συνέθετε τραγούδια που τα αφιέρωνε σε μια όμορφη Κυρία. Τα τραγούδια συνοδεύονταν με μουσική από έναν μαθητευόμενο (jongleur), που τα παρουσίαζε στο κοινό, ενώ μόνο κάποιες φορές ο ίδιος ο ποιητής έπαιζε τα τραγούδια.
Ο πυρήνας όμως της λατρείας τους ήταν ο ανεξάντλητος και πανίσχυρος πόθος, καθώς ο τροβαδούρος δεν είχε ποτέ πρόσβαση στη γυναίκα την οποία υμνούσε, που ήταν αγέρωχη και συνήθως η γυναίκα κάποιου άλλου.
Αλλά ακόμα κι αν την κατακτούσε, η γαμήλια ένωση ήταν και πάλι ανέφικτη λόγω ταξικών δεσμεύσεων. Εντέλει, αυτή η κατάσταση, η γλυκιά σκλαβιά, ο μεθυστικός πόνος του ανικανοποίητου, ήταν που έτρεφε την πένα του ποιητή και αυτήν εξυμνούσε.
Ωστόσο, υπήρχε και η άποψη ότι η ποίηση των τροβαδούρων αναφερόταν κωδικοποιημένα σε λατρείες και πρακτικές μιας απαγορευμένης θρησκευτικής σέκτας.
Η άποψη αυτή υιοθετήθηκε σε κάποιο βαθμό αφενός από την Εκκλησία που κατηγόρησε τους τροβαδούρους για βλασφημία, αφετέρου από μυστικιστές, σαν τον Dante Gabriel Rosetti και τον G. R. S. Mead, και αργότερα, στις αρχές του 20ού αιώνα από τον σπουδαίο ποιητή Έζρα Πάουντ, με αποτέλεσμα πολλοί να αρχίσουν να αναζητούν ίχνη αυτής της μυστικής λατρείας και στοιχεία από το χαμένο πολιτισμό του Γαλλικού Νότου.
Ο πρώτος τροβαδούρος ήταν ο Γουλιέλμος,
έβδομος Κόμης του Πουατιέ και ένατος Δούκας του Ακουϊτανίας (1071-1127).
Ο Γουλιέλμος άρχισε να συνθέτει τραγούδια αφού επέστρεψε από τις
σταυροφορίες.
Τα τραγούδια του γρήγορα έγιναν δημοφιλή, δημιουργώντας παράλληλα διαμάχη με την Εκκλησία, καθώς θεωρήθηκαν σεξουαλικού περιεχομένου. Μαζί με την αισχρολογία όμως, υπήρχε η μακαριότητα: όπως παρατηρεί ο FrederickHeer, στα ερωτικά τραγούδια του Γουλιέλμου το λεξιλόγιο και ο συναισθηματικός οίστρος του ανθρώπου που λατρεύει τον Θεό χρησιμοποιήθηκαν για να λατρέψουν τη γυναίκα.
Κόρη του Γουλιέλμου και μητέρα του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου ήταν η Ελεωνόρα της Ακουϊτανίας, η οποία παντρεύτηκε τον Ερρίκο Πλανταγενέτη και έγινε βασίλισσα της Αγγλίας. Στην καθημερινή ζωή της περιτριγυριζόταν από τροβαδούρους, που μαζί και με την κόρη της Μαρία, κόμισσα της Καμπανίας, θεμελίωσαν τη λατρεία της Ευγενούς Αγάπης.
Το «ευαγγέλιο» της Ευγενούς Αγάπης ήταν ένα κείμενο με τριάντα ένα άρθρα, με την ονομασία ο Κώδικας της Αγάπης, που συντάχθηκε για την αυλή της Ελεωνόρας από τον Andreas Capellanus, και στο οποίο, σε κάποιο σημείο αναφέρονται τα εξής χαρακτηριστικά:
«Ο Κώδικας της Αγάπης είναι εμποτισμένος με την ενέργεια και το πάθος που οδήγησε γυναίκες σαν την Ελεωνόρα να δημιουργήσουν το δικό τους κόσμο (…) Η Ευγενής Αγάπη αποτέλεσε έναν ουσιαστικό και πρακτικό τρόπο εξέγερσης ενάντια στην υπάρχουσα κοινωνική ηθική και συνειδητά υιοθετήθηκε για να υπηρετήσει αυτό το σκοπό. Η MariedeChampagne διακήρυξε ότι στην αγάπη τα πάντα καθορίζονται από την ελεύθερη θέληση και των δύο στο ζευγάρι, πράγμα που δεν συμβαίνει στα πλαίσια του γάμου όπου υπονοείται η υποχρέωση και ο συμβιβασμός, που έχουν ως αποτέλεσμα το θάνατο της αγάπης (…)
»Οι πόλοι του προϋπάρχοντος κοινωνικού συστήματος ήταν ο Πάπας και ο Αυτοκράτορας, ο ιερέας και ο λαός, η ψυχή και ο Θεός. Οι πόλοι της ευγενούς κοινωνίας είναι η γυναίκα και ο εραστής της, που μόνο σε αυτήν οφείλει πίστη. Παλιότερα ήταν οι μάχες που έδιναν οι πιστοί του Θεού, οι οποίες ανακούφιζαν την καρδιά από το φόβο. Τώρα, η καρδιά είναι το τελευταίο καταφύγιό μας από τους πρίγκιπες και τους ισχυρούς αυτού του κόσμου (…)
»Αυτές οι έντιμες κυρίες γνώριζαν καλά πως οι άντρες τις έβλεπαν ως εμπόρευμα (…) Στη φεουδαρχική κοινωνία, ο γάμος αποτελούσε μια πολιτική και εμπορική συναλλαγή. Για πολύ καιρό η φεουδαρχική κοινωνία αγνόησε την αγάπη ως συναίσθημα ενός ανθρώπου προς έναν άλλο (…) Αλλά αυτές οι κυρίες διέβλεψαν την αυγή μιας νέας εποχής. Μιας εποχής βασισμένης στους ανθρώπους, κατά την οποία ο καθένας που κατανοούσε την αξία της αγάπης θα μπορούσε να φτιάξει τη ζωή του όπως ήθελε, χωρίς να δώσει λόγο σε κανέναν ανώτερό του».
Τα τραγούδια του γρήγορα έγιναν δημοφιλή, δημιουργώντας παράλληλα διαμάχη με την Εκκλησία, καθώς θεωρήθηκαν σεξουαλικού περιεχομένου. Μαζί με την αισχρολογία όμως, υπήρχε η μακαριότητα: όπως παρατηρεί ο FrederickHeer, στα ερωτικά τραγούδια του Γουλιέλμου το λεξιλόγιο και ο συναισθηματικός οίστρος του ανθρώπου που λατρεύει τον Θεό χρησιμοποιήθηκαν για να λατρέψουν τη γυναίκα.
Κόρη του Γουλιέλμου και μητέρα του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου ήταν η Ελεωνόρα της Ακουϊτανίας, η οποία παντρεύτηκε τον Ερρίκο Πλανταγενέτη και έγινε βασίλισσα της Αγγλίας. Στην καθημερινή ζωή της περιτριγυριζόταν από τροβαδούρους, που μαζί και με την κόρη της Μαρία, κόμισσα της Καμπανίας, θεμελίωσαν τη λατρεία της Ευγενούς Αγάπης.
Το «ευαγγέλιο» της Ευγενούς Αγάπης ήταν ένα κείμενο με τριάντα ένα άρθρα, με την ονομασία ο Κώδικας της Αγάπης, που συντάχθηκε για την αυλή της Ελεωνόρας από τον Andreas Capellanus, και στο οποίο, σε κάποιο σημείο αναφέρονται τα εξής χαρακτηριστικά:
«Ο Κώδικας της Αγάπης είναι εμποτισμένος με την ενέργεια και το πάθος που οδήγησε γυναίκες σαν την Ελεωνόρα να δημιουργήσουν το δικό τους κόσμο (…) Η Ευγενής Αγάπη αποτέλεσε έναν ουσιαστικό και πρακτικό τρόπο εξέγερσης ενάντια στην υπάρχουσα κοινωνική ηθική και συνειδητά υιοθετήθηκε για να υπηρετήσει αυτό το σκοπό. Η MariedeChampagne διακήρυξε ότι στην αγάπη τα πάντα καθορίζονται από την ελεύθερη θέληση και των δύο στο ζευγάρι, πράγμα που δεν συμβαίνει στα πλαίσια του γάμου όπου υπονοείται η υποχρέωση και ο συμβιβασμός, που έχουν ως αποτέλεσμα το θάνατο της αγάπης (…)
»Οι πόλοι του προϋπάρχοντος κοινωνικού συστήματος ήταν ο Πάπας και ο Αυτοκράτορας, ο ιερέας και ο λαός, η ψυχή και ο Θεός. Οι πόλοι της ευγενούς κοινωνίας είναι η γυναίκα και ο εραστής της, που μόνο σε αυτήν οφείλει πίστη. Παλιότερα ήταν οι μάχες που έδιναν οι πιστοί του Θεού, οι οποίες ανακούφιζαν την καρδιά από το φόβο. Τώρα, η καρδιά είναι το τελευταίο καταφύγιό μας από τους πρίγκιπες και τους ισχυρούς αυτού του κόσμου (…)
»Αυτές οι έντιμες κυρίες γνώριζαν καλά πως οι άντρες τις έβλεπαν ως εμπόρευμα (…) Στη φεουδαρχική κοινωνία, ο γάμος αποτελούσε μια πολιτική και εμπορική συναλλαγή. Για πολύ καιρό η φεουδαρχική κοινωνία αγνόησε την αγάπη ως συναίσθημα ενός ανθρώπου προς έναν άλλο (…) Αλλά αυτές οι κυρίες διέβλεψαν την αυγή μιας νέας εποχής. Μιας εποχής βασισμένης στους ανθρώπους, κατά την οποία ο καθένας που κατανοούσε την αξία της αγάπης θα μπορούσε να φτιάξει τη ζωή του όπως ήθελε, χωρίς να δώσει λόγο σε κανέναν ανώτερό του».
Στον Κώδικα του Capellanus είναι εμφανές
πως η αυλή των τροβαδούρων δεν τραγουδούσε μόνο για τον έρωτα ενός
ζευγαριού: στις ωδές τους έμπαιναν σε νέα θεμέλια τόσο η κοινωνία όσο
και ο εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου, ο οποίος μόνο ελεύθερος μπορεί να
αγγίξει την αλήθεια του.
Δυστυχώς το τέλος δεν άργησε να έρθει. Πατέρες τις Εκκλησίας σαν τον Αγ. Βερνάρδο θεώρησαν πως στην Προβηγκία αναπτύσσεται μια αντι-θρησκεία που θα πρέπει να κατασταλεί χωρίς έλεος.
Ο στόχος βέβαια δεν ήταν απευθείας οι τροβαδούροι αλλά οι πεποιθήσεις και οι σχολές σκέψης που παράλληλα άνθιζαν στην περιοχή, με κορυφαίους τους Καθαρούς ή Αλβιγηνούς
Η λίστα των θυμάτων είναι συγκλονιστική καθώς χιλιάδες θανατώθηκαν ως αιρετικοί. Είναι ενδεικτικό ότι στην ερώτηση των στρατιωτών πώς να ξεχωρίζουν τους πιστούς Καθολικούς από τους αιρετικούς, ο επικεφαλής επίσκοπος απάντησε: «Σκοτώστε τους όλους.
Ο Θεός θα αναγνωρίσει τους δικούς Του!»
Τι απέμεινε από τους τροβαδούρους πέρα από μια ρομαντική εικόνα;
Περισσότερα από όσα νομίζουμε…
Δυστυχώς το τέλος δεν άργησε να έρθει. Πατέρες τις Εκκλησίας σαν τον Αγ. Βερνάρδο θεώρησαν πως στην Προβηγκία αναπτύσσεται μια αντι-θρησκεία που θα πρέπει να κατασταλεί χωρίς έλεος.
Ο στόχος βέβαια δεν ήταν απευθείας οι τροβαδούροι αλλά οι πεποιθήσεις και οι σχολές σκέψης που παράλληλα άνθιζαν στην περιοχή, με κορυφαίους τους Καθαρούς ή Αλβιγηνούς
Η λίστα των θυμάτων είναι συγκλονιστική καθώς χιλιάδες θανατώθηκαν ως αιρετικοί. Είναι ενδεικτικό ότι στην ερώτηση των στρατιωτών πώς να ξεχωρίζουν τους πιστούς Καθολικούς από τους αιρετικούς, ο επικεφαλής επίσκοπος απάντησε: «Σκοτώστε τους όλους.
Ο Θεός θα αναγνωρίσει τους δικούς Του!»
Τι απέμεινε από τους τροβαδούρους πέρα από μια ρομαντική εικόνα;
Περισσότερα από όσα νομίζουμε…
Το 1906, έφτασε στη Γαλλία ο Έζρα
Πάουντ, σε ηλικία μόλις 21 ετών. Ταξιδεύοντας στην Προβηγκία ο Πάουντ
ένιωσε να μαγεύεται. Έτσι άρχισε να ψάχνει με λαχτάρα το μεσαιωνικό
πολιτισμό της. Περιπλανώμενος στα σοκάκια των πόλεων και στα κάστρα που
ανέφεραν οι τροβαδούροι στα τραγούδια τους, ανασυνέθεσε με πάθος
κομμάτι-κομμάτι ένας μέρος από την κουλτούρα και την τέχνη τους.
Μια ανακάλυψη όμως, που έγινε κατά τύχη, αποδείχτηκε εξαιρετικά σπουδαία. Σε ένα ταξίδι του στην Ιταλία, ο Πάουντ ανακάλυψε κάποια άγνωστα χειρόγραφα του τροβαδούρου Arnaut Daniel, τα οποία τον οδήγησαν να υποπτευθεί ότι υπήρχε κάποιου είδους εσωτερική λατρεία στην ποίηση των τροβαδούρων.
Ο ίδιος θεωρούσε τα τραγούδια τους ως τα θεμέλια της Δυτικής ποίησης, ενώ πίστευε βαθιά πως οι λέξεις των στίχων ενώνονταν αβίαστα με τη μουσική, παράγοντας ένα εξαιρετικό «φυσικό» αποτέλεσμα. Κάπως έτσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι από την κουλτούρα της Προβηγκίας απέρρεε μια γόνιμη παγανιστική λατρεία και ένας αρμονικός φεουδαλισμός.
Στο The Spirit of Romance, ο συγγραφέας κάνει εικασίες περί των μυστηρίων των Τροβαδούρων και των Καθαρών: «Άραγε αυτός ο στενός κύκλος, αυτή η αριστοκρατία του συναισθήματος, να εξελίχθηκε από τις θολές αναμνήσεις των ελληνιστικών μυστηρίων σαν μια σέκτα αυστηρότερη ή πιο ραφιναρισμένη από αυτή των άγαμων ασκητών, μια σέκτα για την κάθαρση της ψυχής μέσω της διύλισης και της κυριαρχίας επί των αισθήσεων;»
Εδώ ο Πάουντ θέτει τα δύο πιο επίμονα ζητήματα της μελέτης του περί των μυστηρίων της Προβηγκίας: πρώτον, ότι στην περιοχή αυτή το πνεύμα του παγανισμού είχε κατορθώσει να επιβιώσει παρά την επιβολή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, και δεύτερον, ότι η ποίηση των τροβαδούρων περιλάμβανε ουτοπικές καταστάσεις συνείδησης και πιθανότατα αντικατόπτριζε μια σέκτα που χρησιμοποιούσε το σώμα και τις αισθήσεις ως οχήματα μυστικιστικών εμπειριών, πράγμα που για τον ίδιο ήταν μια ισχυρή ένδειξη ότι στοιχεία από τα Ελευσίνια Μυστήρια είχαν επιβιώσει στην Προβηγκία!
Μια τέτοια σέκτα βέβαια θα ήταν κάθετα αντίθετη με τον ασκητισμό. Γράφει ο ίδιος: «Είναι μια αρχαία υπόθεση ότι ο μικρός κόσμος είναι αντιστοιχία του μεγαλύτερου, ότι ο άνθρωπος έχει μέσα του τον ήλιο και το φεγγάρι. Από αυτό συμπεραίνω ότι υπάρχουν τουλάχιστον δύο μονοπάτια –χωρίς όμως να λέω ότι οδηγούν στο ίδιο μέρος– το ένα είναι το ασκητικό και το άλλο, ελλείψει καλύτερου ορισμού, το ιπποτικό».
Μια ανακάλυψη όμως, που έγινε κατά τύχη, αποδείχτηκε εξαιρετικά σπουδαία. Σε ένα ταξίδι του στην Ιταλία, ο Πάουντ ανακάλυψε κάποια άγνωστα χειρόγραφα του τροβαδούρου Arnaut Daniel, τα οποία τον οδήγησαν να υποπτευθεί ότι υπήρχε κάποιου είδους εσωτερική λατρεία στην ποίηση των τροβαδούρων.
Ο ίδιος θεωρούσε τα τραγούδια τους ως τα θεμέλια της Δυτικής ποίησης, ενώ πίστευε βαθιά πως οι λέξεις των στίχων ενώνονταν αβίαστα με τη μουσική, παράγοντας ένα εξαιρετικό «φυσικό» αποτέλεσμα. Κάπως έτσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι από την κουλτούρα της Προβηγκίας απέρρεε μια γόνιμη παγανιστική λατρεία και ένας αρμονικός φεουδαλισμός.
Στο The Spirit of Romance, ο συγγραφέας κάνει εικασίες περί των μυστηρίων των Τροβαδούρων και των Καθαρών: «Άραγε αυτός ο στενός κύκλος, αυτή η αριστοκρατία του συναισθήματος, να εξελίχθηκε από τις θολές αναμνήσεις των ελληνιστικών μυστηρίων σαν μια σέκτα αυστηρότερη ή πιο ραφιναρισμένη από αυτή των άγαμων ασκητών, μια σέκτα για την κάθαρση της ψυχής μέσω της διύλισης και της κυριαρχίας επί των αισθήσεων;»
Εδώ ο Πάουντ θέτει τα δύο πιο επίμονα ζητήματα της μελέτης του περί των μυστηρίων της Προβηγκίας: πρώτον, ότι στην περιοχή αυτή το πνεύμα του παγανισμού είχε κατορθώσει να επιβιώσει παρά την επιβολή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, και δεύτερον, ότι η ποίηση των τροβαδούρων περιλάμβανε ουτοπικές καταστάσεις συνείδησης και πιθανότατα αντικατόπτριζε μια σέκτα που χρησιμοποιούσε το σώμα και τις αισθήσεις ως οχήματα μυστικιστικών εμπειριών, πράγμα που για τον ίδιο ήταν μια ισχυρή ένδειξη ότι στοιχεία από τα Ελευσίνια Μυστήρια είχαν επιβιώσει στην Προβηγκία!
Μια τέτοια σέκτα βέβαια θα ήταν κάθετα αντίθετη με τον ασκητισμό. Γράφει ο ίδιος: «Είναι μια αρχαία υπόθεση ότι ο μικρός κόσμος είναι αντιστοιχία του μεγαλύτερου, ότι ο άνθρωπος έχει μέσα του τον ήλιο και το φεγγάρι. Από αυτό συμπεραίνω ότι υπάρχουν τουλάχιστον δύο μονοπάτια –χωρίς όμως να λέω ότι οδηγούν στο ίδιο μέρος– το ένα είναι το ασκητικό και το άλλο, ελλείψει καλύτερου ορισμού, το ιπποτικό».
Η ιδέα των δύο μονοπατιών, όπου το ένα
περνά έξω από το σώμα ενώ το άλλο μέσα από αυτό, θυμίζει την Τάντρα, ένα
είδος θιβετιανής γιόγκα, που δίνει έμφαση στο τελετουργικό σεξ. Η
έμφαση των τροβαδούρων στην ενατένιση, στον παρατεταμένο ερεθισμό και
στις έντονες καταστάσεις συνειδητότητας, φαίνεται να απηχούν ταντρικές
πρακτικές.
Το 1910, o Πάουντ έγραψε ότι η γυναίκα «υπηρετεί το σκοπό ενός μάντρα» και δικαιολόγησε αυτή τη δήλωσή του λέγοντας πως δεν είναι πλέον ένας ακαδημαϊκός, αλλά ένας ουτοπιστής, ένας παρατηρητής των «φωτεινών στιγμών» της ιστορίας και της λογοτεχνίας. Εν συντομία, ο εξουσιοδοτημένος κληρονόμος της μυστικής λατρείας των τροβαδούρων.
Ωστόσο δεν ήταν μόνο ο Πάουντ που ανακήρυξε τον εαυτό του «κληρονόμο» της λατρείας των τροβαδούρων. Όπως φαίνεται από ιστορικά στοιχεία που είναι σήμερα διαθέσιμα, η τέχνη των τροβαδούρων είχε ξεπεράσει από πολύ νωρίς τα σύνορα της Προβηγκίας.
Χαρακτηριστικό της επιρροής τους είναι το γεγονός ότι ο Δάντης (1265-1321) αναγνώριζε στους τροβαδούρους την καλλιτεχνική του έμπνευση, ενώ μέσα από πολλούς Ιταλούς ποιητές, όπως ο Καβαλκάντι και ο Πετράρχης, η λατρεία της αγάπης των τροβαδούρων και τα ερωτικά τους σονέτα αποτέλεσαν μοντέλο μίμησης για πολλούς μετέπειτα συγγραφείς.
Σύμφωνα μάλιστα με ορισμένες μεταγενέστερες μελέτες, όπως το The Mystery of Platonic Love in the Medieval Period (1840) του Rosetti, ο Δάντης και ο κύκλος του κωδικοποιούσαν στην ποίησή τους πληροφορίες που σχετίζονταν με μια άγνωστη ιερή διδασκαλία. Ονόματα όπως Βεατρίκη ή Ρόζα, που εμφανίζονται συχνά, ήταν στην πραγματικότητα κώδικες κάποιου Ερμητικού δόγματος. Έτσι, όταν ο Δάντης θρηνεί για το θάνατο της Βεατρίκης, στην πραγματικότητα θρηνεί για την καταπίεση που πνίγει τη μυστική του λατρεία.
O Πάουντ θεωρούσε τέτοιου είδους θεωρίες αμφιλεγόμενες, λαμβάνοντας υπόψη του την πιθανή αμφισημία των λέξεων σε ένα ποίημα. Για τον ίδιο, το μυστικό των τροβαδούρων δεν αναλωνόταν σε ένα μήνυμα, αλλά αποτελούσε στάση ζωής, εξαιρετικά πολύτιμη στη σημερινή πολτοποιημένη κοινωνία…
Το 1910, o Πάουντ έγραψε ότι η γυναίκα «υπηρετεί το σκοπό ενός μάντρα» και δικαιολόγησε αυτή τη δήλωσή του λέγοντας πως δεν είναι πλέον ένας ακαδημαϊκός, αλλά ένας ουτοπιστής, ένας παρατηρητής των «φωτεινών στιγμών» της ιστορίας και της λογοτεχνίας. Εν συντομία, ο εξουσιοδοτημένος κληρονόμος της μυστικής λατρείας των τροβαδούρων.
Ωστόσο δεν ήταν μόνο ο Πάουντ που ανακήρυξε τον εαυτό του «κληρονόμο» της λατρείας των τροβαδούρων. Όπως φαίνεται από ιστορικά στοιχεία που είναι σήμερα διαθέσιμα, η τέχνη των τροβαδούρων είχε ξεπεράσει από πολύ νωρίς τα σύνορα της Προβηγκίας.
Χαρακτηριστικό της επιρροής τους είναι το γεγονός ότι ο Δάντης (1265-1321) αναγνώριζε στους τροβαδούρους την καλλιτεχνική του έμπνευση, ενώ μέσα από πολλούς Ιταλούς ποιητές, όπως ο Καβαλκάντι και ο Πετράρχης, η λατρεία της αγάπης των τροβαδούρων και τα ερωτικά τους σονέτα αποτέλεσαν μοντέλο μίμησης για πολλούς μετέπειτα συγγραφείς.
Σύμφωνα μάλιστα με ορισμένες μεταγενέστερες μελέτες, όπως το The Mystery of Platonic Love in the Medieval Period (1840) του Rosetti, ο Δάντης και ο κύκλος του κωδικοποιούσαν στην ποίησή τους πληροφορίες που σχετίζονταν με μια άγνωστη ιερή διδασκαλία. Ονόματα όπως Βεατρίκη ή Ρόζα, που εμφανίζονται συχνά, ήταν στην πραγματικότητα κώδικες κάποιου Ερμητικού δόγματος. Έτσι, όταν ο Δάντης θρηνεί για το θάνατο της Βεατρίκης, στην πραγματικότητα θρηνεί για την καταπίεση που πνίγει τη μυστική του λατρεία.
O Πάουντ θεωρούσε τέτοιου είδους θεωρίες αμφιλεγόμενες, λαμβάνοντας υπόψη του την πιθανή αμφισημία των λέξεων σε ένα ποίημα. Για τον ίδιο, το μυστικό των τροβαδούρων δεν αναλωνόταν σε ένα μήνυμα, αλλά αποτελούσε στάση ζωής, εξαιρετικά πολύτιμη στη σημερινή πολτοποιημένη κοινωνία…
Jacques le Goff, Ήρωες & Θαύματα του Μεσαίωνα, Κέδρος
JamesFrazer, Ο Χρυσός Κλώνος, Εκάτη
Ezra Pound, The Spirit of Romance, New Directions
T. S. Eliot, Ezra Pound: His Metric and Poetry, Kessinger Publishing
To κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο Μυστική Ιστορία 23 Αφηγήσεις Χαμένης Γνώσης.
το διαβάσαμε στις εκδόσεις ΑΡΧΕΤΥΠΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου